τοτοτοί

τοτοτοί
Α
επιφών. βλ. τοτοῑ.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • τοτοτοῖ — τοτοῖ indeclform (exclam) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • τοτοί — και τοτοτοῑ Α (επιφών. σχετλιαστικό) αχ, αχ (α. «Ξέρξης δ ἀπώλεσεν, τοτοῑ... νᾱες δ ἀπώλεσαν, τοτοῑ», Αισχύλ. β. «ἧπταί μου, τοτοτοῑ, ἡ δ αὖθ ἕρπει», Σοφ.). [ΕΤΥΜΟΛ. Ηχομιμητική λ., πρβλ. ὀτοτοῖ] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”